Ο Διογένης σταμάτησε και κοίταξε στο βάθος τα μάρμαρα της ακρόπολης που γυάλιζαν στο φως του ήλιου. Παραμέρισε το χιτώνα του, έβγαλε έξω το σηκωμένο του μόριο και άρχισε να αυνανίζεται στην αγορά της Αρχαίας Κορίνθου, με αργές, απολαυστικές παλινδρομικές κινήσεις, μπρος στα έκπληκτα μάτια των περαστικών.
Ο πιο πονηρός απ αυτούς, ένας έμπορος, τον πλησίασε κι αφού περίμενε υπομονετικά μέχρι να ολοκληρώσει το «φυσικό έργο» του ο Διογένης, του είπε:
...............
Ένα ντανταϊστικό αρχαιοελληνικό στοίχημα
at 9:36:00 π.μ.
δημοσιεύθηκε από: VITA MI BAROUAK
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου